Τρίτη 11 Απριλίου 2017

Η πορεία από το Εκούσιον Πάθος στην Λαμπροφόρο Ανάσταση Του Κυρίου Μας.

0 comments

Αποτέλεσμα εικόνας για τα παθη του χριστου

Δεν ήταν αρκετοί οι τόσοι εμπαιγμοί και κολαφισμοί, τους οποίους υπέστη κατά την διάρκεια μια ολόκληρης νύκτας στην αυλή του αρχιερέως και στο Πραιτόριο ο Ιησούς. Δεν Του έφτανε η τόσο κατακραυγή ενός λαού, ο οποίος μαίνεται κάτω από το Πραιτόριο, εκστομίζοντας κατάρες και φωνάζοντας «άρον, άρον σταύρωσον αυτόν». Έπρεπε να υποστεί και την σκληρότητα  της Ρωμαϊκής εξουσίας και μάλιστα με βάρβαρο και κτηνώδη τρόπο από άξεστους στρατιώτες.
Ο Ιησούς δεν είχε συνέλθει ακόμη από το άσπλαχνο εκείνο μαστίγωμα. Τον μαστίγωναν επί ώρες εναλλασσόμενοι οι στρατιώτες το φραγγέλιο. Κάθε φορά που του επέφεραν κτυπήματα, σκιζόταν η σάρκα του δημιουργώντας πολλές πληγές, σκορπίζοντας σε όλο  Του το σώμα πόνο και οδύνη. Αυτός υποφέρει καρτερικώς και εκείνοι γελούν, διασκεδάζουν και παίζουν με το σκληρό Πάθημά Του.
Τόσο κτηνώδη είναι τα αισθήματά τους που αισθάνονται ευχαρίστηση και καθιστούν το πάθημά Του ταχύτερο και σκληρότερο.
Ίσως νομίζουμε ότι το φραγγέλιο ήταν μια απλή μαστίγωση. Δεν είναι καθόλου έτσι. Αυτόν που επρόκειτο να υποστεί το φραγγέλιο τον έδεναν σε μια κολώνα και ο ειδικός δήμιος που εκτελούσε τη φραγγέλωση έπαιρνε ένα μαστίγιο βαρύ το οποίο είχε πολλές λουρίδες στην άκρη του, πάνω στις λουρίδες ήταν δεμένες σφαίρες από μολύβι η μικρά οστάρια, κότσια από αρνί και τις έφερνε με όση δύναμη είχε πάνω στη ράχη του δεμένου ανθρώπου. Πολύ σύντομα, από τα πρώτα κτυπήματα ξεσχίζονταν το δέρμα του ανθρώπου που δεχόταν τη φραγγέλωση και ύστερα από μερικά χτυπήματα ακόμη έφευγαν και καταξεσχίζονταν τελείως οι σάρκες του και απογυμνώνονταν τα κόκκαλα της ράχης. Αναφέρονται στην ιστορία αρκετές περιπτώσεις από ανθρώπους, που πέθαιναν την ώρα της φραγγελώσεως.
Όπως μας περιγράφουν οι ιεροί Ευαγγελιστές Ματθαίος (βλ. κζ´ [27] 27-31), Μάρκος (βλ. ιε´ 16-19) και   Ιωάννης (βλ. ιθ´ [19] 1-3) στη συνέχεια μετά το οδυνηρό μαστίγωμα,  Τον έγδυσαν από τα ρούχα που φορούσε τα οποία είχαν κολλήσει επάνω στις πληγές και τα οποία τραβούσαν με βία για να ξεκολλήσουν (αφαιρώντας και σάρκα). Στη συνέχεια Τον έντυσαν με κόκκινη χλαμύδα (ένα χοντρό ύφασμα) για να μοιάζει υποτυπωδώς με την αυτοκρατορική πορφύρα που φορούσαν οι βασιλείς.
Αποτέλεσμα εικόνας για τα παθη του χριστου
Από την περιγραφή αυτή εμπνεύστηκε ο μελωδός του δοξαστικού που ψάλλεται το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης:
«Ἐξέδυσάν με τὰ ἱμάτιά μου, καὶ ἐνέδυσάν με χλαμύδα κοκκίνην· ἔθηκαν ἐπὶ τὴν κεφαλήν μου στέφανον ἐξ ἀκανθῶν καὶ ἐπὶ τὴν δεξιάν μου χεῖρα ἔδωκαν κάλαμον…». Δηλαδή: «Με ξέντυσαν από τα  ενδύματά μου και με έντυσαν με κόκκινη χλαμύδα· τοποθέτησαν στο κεφάλι μου στεφάνι από  αγκάθια και στο δεξί χέρι μού έδωσαν ένα καλάμι».
Όντως συνεχίζοντας τον εμπαιγμό Του, αντί στέμματος βασιλικού θέτουν στο κεφάλι Του ένα στεφάνι ακάνθινο. Κτυπούν και ξανά κτυπούν το στεφάνι, ούτως ώστε να τρυπούν τα αγκάθια το μέτωπο και γενικώς το κεφάλι του, για να γίνεται δριμύτερος ο πόνος Του. Πλημμύρισε το πρόσωπο Του με το αθώο αίμα Του.
Κατόπιν γονάτισαν μπροστά Του, όπως το συνήθιζαν την εποχή εκείνη να προσκυνούν τους βασιλείς και Τον ενέπαιζαν λέγοντας: «Χαρε βασιλες τν ουδαίων» (Ματθ. κζ´ 29)». Έπειτα Τον έφτυναν, πήραν το καλάμι και Τον κτυπούσαν με αυτό στο κεφάλι. Σε αυτή την κατάσταση της πλήρους εξουθενλωσεως Τον παρουσίασε ο Πιλάτος στα πλήθη και φώναξε:  «δε βασιλες μν» (ω. ιθ´ [19] 14)». Δηλαδή: «Για δείτε σέ πιά αθλιότητα και καταφρόνηση κατάντησε Βασιλιάς σας».

Αφού Τον ενέπαιξαν τα όργανα της κτηνώδου ρωμαϊκής εξουσίας Του έβγαλαν τον μανδύα, Τον έντυσαν με «τὰ ἱμάτια τὰ ἴδια» (Μάρκ. ιε´ [15] 20)», και Τον πήγαν για να Τον σταυρώσουν.

Αποτέλεσμα εικόνας για τα παθη του χριστου
              
Βεβαίως όλα αυτά τα έπραξαν για να διακωμωδήσουν το βασιλικό Του αξίωμα.    Αλλά όπως σημειώνει ο ερμηνευτής Ζιγαβηνός :«καὶ ἄκοντες τὴν ἀλήθειαν ἐσχημάτιζον», δηλαδή: «χωρίς να το καταλαβαίνουν, ομολογούσαν την αλήθεια ότι, ο Εσταυρωμένος είναι ο βασιλεύς όχι μόνο των Ιουδαίων (;) αλλά όλου του κόσμου.
Σε αυτή τώρα την καταξεσχισμένη καταματωμένη και καταπονημένη ράχη, κουβαλούσε ο Χριστός μας το σταυρό του, που ήταν ξύλο βαρύτατο, έτσι ώστε να μπορεί να σηκώσει επάνω του το βάρος ενός ανθρώπου χωρίς να λυγίσει. Και είναι γνωστό, αλλά και πάρα πολύ φυσικό να το περιμένει κανείς, ότι λύγισε κάτω από το βάρος του Σταυρού, ήδη εξαντλημένος και με αιμορραγία που του είχε στοιχίσει απώλεια δυνάμεων, λύγισε κάτω από το βάρος του σταυρού αυτού και έπεσε, όπως λένε οι παραδόσεις, με το πρόσωπο πάνω στη γη, με το πρόσωπο, χωρίς καν να μπορεί να προστατεύσει το σώμα του από τις συνέπειες της πτώσεως χάρις στο σταυρό, τον οποίο ήταν αναγκασμένος να κρατάει και που έπεσε σαν βάρος από πάνω του.
Και ξέρουμε ότι για να μην πεθάνει πριν φθάσει καν στο ύψος του Γολγοθά, ανέθεσαν στον Σίμωνα τον Κυρηναίο να κουβαλήσει αυτός για τον υπόλοιπο δρόμο το σταυρό. Ας προσθέσουμε ακόμη και για τα αγκάθια που είχε το στεφάνι εκείνο που σε πολλά σημεία είχε τρυπήσει το κεφάλι Του και όλοι όσοι έχουν μια πείρα από θάλαμο ατυχημάτων Νοσοκομείου, ξέρουνε πόσο ιδιαίτερη τάση έχουν να αιμορραγούν τραύματα στο τριχωτό της κεφαλής. Αυτό λοιπόν το γεμάτο με πληγές και αίμα σώμα, καρφώθηκε επάνω στο σταυρό.

Αποτέλεσμα εικόνας για τα παθη του χριστου
Ας δούμε τώρα για το θέμα του καρφώματος ακριβώς των άκρων πάνω στο σταυρό.
Από την παράδοση και από την κοινή εντύπωση πιστεύουμε ότι τα καρφιά πέρασαν στις παλάμες. Όμως από πειράματα που έκανε ένας Γάλλος χειρούργος ο Barbet επάνω σε πτώματα, είδε ότι είναι αδύνατον ένα καρφί που περνάει ανάμεσα στα κόκκαλα της παλάμης να συγκρατήσει το ανθρώπινο σώμα, ακόμη κι αν αυτό στηρίζεται με καρφιά από τα πόδια. Κάτω από το βάρος αυτό, εάν περνούσαν από εκεί τα καρφιά, τα καρφιά θα έσχιζαν το δέρμα που είναι στην πρόσθια και στην οπίσθια επιφάνεια της παλάμης πέρα για πέρα ανάμεσα στα δάκτυλα και ο Εσταυρωμένος θα έπεφτε με το κεφάλι κάτω ενώ θα τον συγκρατούσαν μονάχα τα καρφιά με τα οποία ήταν καρφωμένα τα πόδια του.
Ο ίδιος χειρούργος έδειξε ότι το μόνο σημείο στα χέρια του ανθρώπου που μπορεί να στηρίξει σώμα, αν περάσει ένα καρφί από  αυτό, είναι ο καρπός, και σε επανειλημμένα πειράματα που έκανε έδειξε ότι σε όποιο σημείο του καρπού κι αν βάλουμε εν καρφί, αυτό οδηγούμενο από τα οστά και τούς συνδέσμους που βρίσκονται εδώ, θα περάσει από ένα ανατομικό χώρο, γνωστό στους γιατρούς, που λέγεται χώρος του destot, ανάμεσα σε δύο οστάρια του καρπού. Και εκείνο που είναι χαρακτηριστικό από μια σειρά 12 παρομοίων πειραμάτων που έκανε ο χειρούργος αυτός είναι δυο παρατηρήσεις του, ότι και στα 2 χέρια κανένα κόκκαλο δεν τραυματίσθηκε η δεν έσπασε από την ήλωση του χεριού. Για να επιβεβαιωθεί αυτό που λέει το εκ του κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον (ματθ. κζ΄ 39 - 54, Ιω ιθ΄ 31 – 37)  , ότι δεν θα συντριβεί κανένα κόκκαλο Του. « (…)54Οἱ οὖν Ἰουδαῖοι, ἵνα μὴ μείνῃ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τὰ σώματα ἐν τῷ σαββάτῳ, ἐπεὶ παρασκευὴ ἦν· ἦν γὰρ μεγάλη ἡ ἡμέρα ἐκείνου τοῦ σαββάτου· ἠρώτησαν τὸν Πιλᾶτον ἵνα κατεαγῶσιν αὐτῶν τὰ σκέλη, καὶ ἀρθῶσιν. 32ἦλθον οὖν οἱ στρατιῶται, καὶ τοῦ μὲν πρώτου κατέαξαν τὰ σκέλη καὶ τοῦ ἄλλου τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ· 33ἐπὶ δὲ τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες ὡς εἶδον αὐτὸν ἤδη τεθνηκότα, οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη (…)36ἐγένετο γὰρ ταῦτα, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ, Ὀστοῦν οὐ συντριβήσεται αὐτοῦ».
Και δεύτερον ότι ακριβώς από το χώρο αυτό σε επαφή με το καρφί βρίσκεται ένα μεγάλο νεύρο του χεριού, το μέσο νεύρο, το οποίο σε όλες τις κακώσεις που θα υποστεί πάνω στο σταυρό το χέρι του Εσταυρωμένου θα βρίσκεται σε αδιάκοπη επαφή και τριβή και τραυματισμό από το καρφί. Τώρα το τι σημαίνει να δέχεται και ένα απλό, ελαφρό ερέθισμα ένα νεύρο, το έχουμε όλοι δοκιμάσει, όταν δεχθούμε σε  ένα σημείο στον αγκώνα μας, ένα κτύπημα. Εκείνο το αφόρητο αίσθημα της ηλεκτρικής εκκενώσεως και της παραλύσεως που δοκιμάζουμε και που πραγματικά επαναστατεί όλο το είναι μας από το ελαφρό κίνημα. Ας σκεφθούμε λοιπόν ότι όλη την ώρα της σταυρώσεως ένα πολλαπλάσιο ερέθισμα πόνου συνόδευε το μαρτύριο της Σταυρώσεως. Επίσης για το καρφί που θα περάσει από τα πόδια βρέθηκε ότι και αυτό πρέπει να περάσει από ένα σημείο των ποδιών και δεν μπορεί παρά να βρει διέξοδο εκεί, και αυτό είναι ανάμεσα στο δεύτερο και στο τρίτο μετατάρσιο.
Από την σκυθρωπή αυτή ημέρα που σημειώθηκε η φρικτή και ανάλγητη αυτή σκηνή πέρασαν δύο χιλιάδες και πλέον χρόνια και ο αιματοβαμμένος Σταυρός Του είναι σύμβολο της βασιλείας Του. Επάνω στον ατιμωτικό  Σταυρό κέρδισε την πιο λαμπρή νίκη Του, εκεί πάνω στον Γολγοθά έστησε το τρόπαιό Του. Νίκησε κατά κράτος τον διάβολο, κατήργησε τον θάνατο, αχρήστευσε το δηλητηριώδες κεντρί της αμαρτίας. Χάρισε ζωή και αφθαρσία στους πιστούς και αναδείχθηκε αιώνιος βασιλεύς αγγέλων και ανθρώπων. Αναγνωρίσθηκε Βασιλιάς επάνω στο Σταυρό. Κέρδισε τον ευγνώμονα ληστή και τον εκατόνταρχο, οι οποίοι ομολόγησαν τη θεότητα και τη βασιλεία Του:
«Μνήσθητί μου, Κύριε, ταν λθς ν τ βασιλεί σου» (Λουκ. κγ΄ [23] 42)! «ληθς Θεο υἱὸς ν οτος» (Ματθ. κζ´ [27] 54). Αλλά και  «ο συμπαραγενόμενοι χλοι… τύπτοντες αυτν τ στήθη πέστρεφον» (Λουκ. κγ´ [23] 48), κδηλώνοντας τ λύπη τους και τη  μετάνοιά τους και την αναγνώρισή τους ό,τι είναι  « υἱὸς το Θεο», « βασιλεύς»!
Από τότε και μέχρι τις έσχατες ημέρες, συνεχίζονται οι μεγάλες κατακτήσεις Του αήττητου Βασιλέως Χριστού. Εκατομμύρια μάρτυρες προσέρχονται στο μαρτύριο, μυριάδες οσίων και ασκητών απαρνούνται τα τερπνά της ζωής, απειράριθμα πλήθη πιστών ελκύονται από την αγάπη Του Εσταυρωμένου. Ασπάζονται τον πανσεβάσμιο Σταυρό Του, καταφιλούν  ευλαβικά τις πληγές Του με τις οποίες ιάνθηκαν οι πληγές των αμαρτιών τους,  δακρύζουν γονατισμένοι στα ματωμένα από τα καρφιά των ανόμων, πόδια Του, αποθέτοντας ό,τι πολύτιμο έχουν ακόμα και τη ζωή τους.
Κλείνοντας ας ψελλίσουμε όλοι μας ευλαβικά έμπροσθεν του Τιμίου Σταυρού Του: «Ω Λυτρωτή  μας καθώς σε βλέπουμε στο Σταυρό κρεμάμενο, χλωμό, υβρισμένο, πονεμένο, σε νοιώθουμε δύο φορές αγαπημένο». «Είσαι ο Βασιλιάς του ουρανού και της γης, ο Βασιλιάς όλου του κόσμου (που υποφέρει ακόμη και σήμερα από το ίδιο το δημιούργημά Σου τον άνθρωπο), ο Βασιλιάς των καρδιών μας (των ταραγμένων και πάλι σήμερα) ο Κύριος και Θεός μας»!
 «Προσκυνομέν Σου τ πάθη, Χριστέ· δεξον μν κα τν νδοξόν Σου νάστασιν».
ΑΜΗΝ!
ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ!!!
                                     
                                                                        Γράφει

                                                   Ο Ευάγγελος Μαυρογόνατος
ΨΟ